Η εκδήλωση: Ιωάννης (Γιάγκος) Κοντουδάκης "Για τη ζωή και την πολιτική δράση του"



Την Κυριακή 21 Αυγούστου στην πλατεία του χωριού του, στο Πολεμάρχι, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση τιμής και μνήμης για το συγχωριανό μας, αγωνιστή της Αντίστασης και των κοινωνικών αγώνων, Γιάννη (Γιάγκο) Κοντουδάκη.


Γεωργός και φιλόλογος, εκλεγμένος βουλευτής με την Ε.Δ.Α. το 1958, αφιέρωσε τη ζωή του για την κοινωνική απελευθέρωση και το καθεστώς τον "αντάμειψε" με 13 χρόνια εξορίας και φυλακίσεων.

Στην εκδήλωση παρουσιάστηκε η ζωή και η πολιτική του δράση από τον δάσκαλο-ιστορικό ερευνητή Γιώργο Πιτσιτάκη με άγνωστο αρχειακό υλικό και ακολούθησε ανοιχτή συζήτηση.

Ακούστηκαν ριζίτικα από τον Ευτύχη Κορκίδη και μουσική από τους Γιώργο Βαβουλέ, Γιώτα Παπαδημητράκη, Μανώλη Ξανθουδάκη και Μανώλη Φλεμετάκη.

Στο ιστολόγιο αυτό, παρουσιάζεται το υλικό της εκδήλωσης, όπου για πρώτη φορά επιχειρείται μια συστηματική προσέγγιση στη ζωή και την πολιτική δράση του Ιωάννη Κοντουδάκη, ή όπως ήταν γνωστός στον τόπο του, του Γιάγκου Κοντουδάκη, με άγνωστο αρχειακό υλικό, αλλά και βιντεο από την σχετική εκδήλωση.


Διοργανωτές:
Συλλογικότητα ''χωριά'' από β.δ.Κρήτη
Πολιτιστικός Σύλλογος Πολεμαρχίου
Τοπική Κοινότητα Πολεμαρχίου
με τεχνική υποστήριξη από τον Δήμο Πλατανιά





 Συγχωριανοί, κοντοχωριανοί, συντρόφισσες, σύντροφοι,φίλες,φίλοι και οι υπόλοιποι καλώς ήλθατε στο Πολεμάρχι

Η συλλογικότητα με την ονομασία "Χωριά" από β.δ. Κρήτη πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει την αποψινή εκδήλωση σε συνεργασία με τον πολιτιστικό σύλλογο και την τοπική κοινότητα Πολεμαρχίου, εκδήλωση μνήμης ,σκέψης και προβληματισμού.

Η χρονική επιστροφή στα πέτρινα χρόνια,μέσω του Γιάγκου Κοντουδάκη,σκοπό έχει να αναδείξει για ποιο λόγο κάποιοι άνθρωποι από αυτό το χωριό,αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι από τον Ελλαδικό χώρο διώχθηκαν λυσσαλέα από το καθεστώς. Τι ήταν αυτά που πρέσβευαν και δεν άρεσαν στους ναζί κατακτητές στους ντόπιους συνεργάτες τους,αλλά και στους Άγγλους και Αμερικανούς συνεχιστές τους;

Η κοινωνική δικαιοσύνη,η ελευθερία,η αξιοπρέπεια, η αποδοχή του διαφορετικού,η αλληλεγγύη,ήταν τα προτάγματα που έθεταν και τότε αυτοί που τόλμησαν να υψώσουν το ανάστημά τους μπροστά στη βαρβαρότητα της κεφαλαιοκρατία,του πόλεμου,στο φασισμό και στην εξαθλίωση των χαμηλών στρωμάτων της κοινωνίας.

Για τους κυρίαρχους της τρέχουσας οικονομίας και του κρατισμού,δεν εχει ιδιαίτερη σημασία με ποια άποψη του ταξικού αγώνα παλεύεις,με τον κομματικό-δογματικό Κομμουνισμό η με τον ελευθεριακό Κομμουνισμό-Αναρχία.
Η ενοια πολιτική για την άμεση Δημοκρατία της Αθήνας ήταν ο δρόμος για την κοινωνική δικαιοσύνη

Σήμερα ζούμε την εποχή με τις αφόρητες οικονομικές πιέσεις και την ακροδεξιά συνέχεια του κράτους από τα σώματα καταστολής.
Η ευρύτερη κοινωνία,μαθημένη στην ανάθεση,απογοητεύεται,κλείνεται περισσότερο στον εαυτό της και υποχωρεί.Γιαυτό λοιπόν το να επαναφερεις μνήμες λαϊκών αγόνων σήμερα είναι τουλάχιστον καθήκον,είναι το αντίδοτο στην κοινωνική αδιαφορία και αποχαύνωση.

Τους δυο μήνες που ετοιμάζαμε αυτήν την εκδήλωση,όπου και να μιλήσαμε για τον Γιάγκο,από τα Παλαιά Ρουματα μέχρι την Κίσσαμο μέχρι τα Χανιά δεν υπήρξε κανείς που να μην γνώριζε και να μην πει μια κουβέντα γι'αυτον.Απόδειξη ότι το κοινωνικοπολιτικό εύρος του Γιαγκου,11 χρόνια μετά το θάνατο του είναι ακόμα ζωντανό.Μια στάση ζωής που πλήρωσε συνολικά με 13 χρόνια εξορίας και φυλακίσεων.

Στόχος μας από τέτοιες προσπάθειες δεν είναι άλλος από το να παίρνουμε χαρά και δύναμη για τη συνέχεια της κριτικής σκέψης και παράλληλα δράσης.Δουλειά μυρμηγκιών,ανιχνεύοντας τις κοινωνικές δυνάμεις, τις συνθήκες συμετοχηκοτητας,που θα είναι ικανές να εκτρέψουν το υπάρχον.

Μια θερμή παράκληση,ο Γιάγκος είναι η γέφυρα για να μιλήσουμε για τους αφανείς χωρικούς που βασανίστηκαν από τους Μ.Α.Υ.δες,εξορίστηκαν και φυλακίστηκαν.Η Ανοιχτή συζήτηση,λοιπόν,που προαναγγείλαμε έχει αυτό το νόημα.Μετά τη βιογραφία του Κοντουδακη το λόγο έχετε εσείς

Κλείνουμε με ένα απόσπασμα από την απολογία του Μπαμπέφ πριν τον αποκεφαλισμό του σε ηλικία 36 ετών,στα χρόνια της Γαλλικής επανάστασης και της Κομμούνας του Παρισιού

Διεκδικούμε το δικαίωμα να ζήσουμε και να πεθάνουμε ίσοι.
Έτσι γεννηθήκαμε ίσοι.
Θέλουμε αυτή την αληθινή ισότητα η τον θάνατο.
Αυτό είναι που θέλουμε και θα έχουμε αυτή την πραγματική ισότητα με κάθε τίμημα.
Δυστυχισμένοι θα είναι εκείνοι που θα σταθούν εμπόδιο ανάμεσα σ'αυτην και εμάς.
Δυστυχισμένοι θα είναι εκείνοι που θα αντισταθούν στην επιθυμία μας που τόσο ξεκάθαρα εκφράζουμε.








Γιάννης Κοντουδάκης: Ο σεμνός αγωνιστής – οραματιστής, ο ξωμάχος, ο υπέροχος άνθρωπος*

 

Γιάννης Κοντουδάκης
Ο σεμνός αγωνιστής – οραματιστής,
ο ξωμάχος, ο υπέροχος άνθρωπος*

 


Έρευνα – Επιμέλεια:

Γιώργος Πιτσιτάκης, Δάσκαλος – Ιστορικός ερευνητής

Όταν μου ζητήθηκε να πω τη γνώμη μου για μια εκδήλωση στη μνήμη της σεβάσμιας μορφής του αγωνιστή-κομμουνιστή Γιάννη Κοντουδάκη χωρίς δεύτερη σκέψη απάντησα θετικά και προσφέρθηκα ν’ αναλάβω την έρευνα των στοιχείων της ζωής και της πολιτικής του δράσης. Είναι για μένα η εκπλήρωση ενός χρέους αφενός μεν, όπως λέει ο Μανώλης Γλέζος, για να μην σβήσουν τα καντήλια της μνήμης, αφετέρου δε για τους ανθρώπους αυτής της δρακογενιάς, που μέσα από τις πράξεις και τη στάση ζωής τους, δίδαξαν εμάς τους νεώτερους χωρίς ποτέ οι ίδιοι να επιδιώξουν κάτι τέτοιο. Τα δεδομένα και τα στοιχεία που θα παρουσιαστούν αντλήθηκαν κυρίως από το σημαντικό προσωπικό αρχείο του Κοντουδάκη που κατάφερε να διασώσει. Βέβαια για να καταλάβουμε σήμερα την τότε εποχή, όπως σημειώνει η Χριστίνα Αλεξοπούλου(1) «δε φτάνουν τα άψυχα χαρτιά, τα “τεκμήρια”. Αν δεν μπορέσουμε να μεταφερθούμε στην εποχή με τις ιδιαιτερότητές της, να μπούμε στο πετσί των τοτινών ανθρώπων, να βιώσουμε όσο γίνεται το δράμα τους ή απλώς τη ζωή τους, να ιδρώσουμε και να “ματώσουμε” ψάχνοντας τα χαρτιά, να βγάλουμε όξω την ψυχή τους, να μετρηθούμε με το Χάρο που στέκεται πολλές φορές πίσω από το χαρτί, κάτω από το χαρτί, μέσα στο χαρτί, δε θα μπορέσουμε να καταλάβουμε την ουσία των πραγμάτων γιατί η ουσία των πραγμάτων είναι τα πάθη και τα κλέη των ανθρώπων […]». Αυτό προσπάθησα να κάνω επιχειρώντας μια πρώτη προσέγγιση στη ζωή και την πολιτική δράση του Γιάννη Κοντουδάκη τον οποίο γνώριζα από τη δεκαετία του ΄80 αλλά και στα μέσα του ΄90 όταν ήμουν δάσκαλος στο 5ο δημοτικό σχολείο Χανίων και το σπίτι του βρίσκεται ακριβώς δίπλα.


«…το χώμα ογρό μοσκοβολά και σάλεψαν βαριά τσαπιά … κάθε του λέξη ένα ποτήρι κρασί, μια γωνιά μαύρο ψωμί … ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα».

Λένε κάποιοι στίχοι του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου, που σκιαγραφούν νομίζω και τον τιμώμενο αγωνιστή που πέρασε δια πυρός και σιδήρου και άφησε το αποτύπωμά του στον τόπο μας.



Ο Γιάννης Κοντουδάκης του Χαράλαμπου και της Στυλιανής γεννήθηκε το 1908 στο χωριό Πολεμάρχι της επαρχίας Κισάμου, του νομού Χανίων. Οι γονείς του ήταν αγρότες και ήταν ο δευτερότοκος ανάμεσα σε έξι αδέλφια. 

















1 Στέφανος Στεφάνου, Ένας από τους πολλούς της ελληνικής Αριστεράς,1941-1971, Καταγραφή και σχόλια Χριστίνα Αλεξοπούλου, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 2013.

Μαθητικά χρόνια


 Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο του χωριού του, ξεκινώντας το σχολικό έτος 1913 - 1914 και παρακολούθησε τα μαθήματα μέχρι την Τετάρτη τάξη. Για τις υπόλοιπες δύο τάξεις συνέχισε στο τετρατάξιο Δημοτικό Σχολείο της Αγίας Τριάδας απ’ όπου αποφοίτησε. Το 1919 μεταβαίνει στα Χανιά και εγγράφεται στο Γυμνάσιο Χανίων που βρίσκεται δίπλα στη Δημοτική Αγορά. Εκεί φοιτά για ένα χρόνο μαζί με το μεγαλύτερο αδελφό του Γιώργο και την επόμενη χρονιά 1920-21 ιδρύεται για πρώτη φορά το 2ο Γυμνάσιο Χανίων, με μαθητές από το μοναδικό έως τότε Γυμνάσιο και με γυμνασιάρχη τον Εμμ. Γενεράλι, και όπως γράφει ο Εμμ. Κριαράς «[…] Εγκαταλείπαμε ευπρεπές γυμνασιακό κτίριο και “μετακομίζαμε” σε άθλιο παλαιό τουρκικό σχολικό κτίριο στη συνοικία Καστέλι των Χανιών […]». Τα αρχεία του 2ου Γυμνασίου των ετών αυτών δεν διασώθηκαν. Πιθανόν να καταστράφηκαν κατά τους βομβαρδισμούς από τη ναζιστική Γερμανία, το 1941.

 Τα γυμνασιακά του όμως τετράδια, που κατόρθωσε και διέσωσε, μαζί με όλο το υπόλοιπο σημαντικό του αρχείο, μαρτυρούν έναν μαθητή επιμελή, ευαίσθητο, επίμονο, καλλιγράφο, έναν μαθητή που συνεχώς προσπαθεί να κατακτήσει τη γνώση. Τα καλοδιατηρημένα τετράδια διαφόρων ετών μεταξύ 1920 και 1925, των ελληνικών, των γαλλικών, των λατινικών, των μαθηματικών, της ιστορίας, των αρχαίων ελληνικών, των ιταλικών, των εργασιών, της λογικής, αρκετές μεμονωμένες σημειώσεις και οι πανέμορφες ζωγραφιές του στα καλλιτεχνικά (ιχνογραφίας), αποτελούν πολύτιμα κειμήλια για την ιστορία της εκπαίδευσης που πρέπει να μελετηθούν από ειδικούς.

 Τα δύσκολα εκείνα χρόνια με τον ταραγμένο κοινωνικό και πολιτικό βίο (εθνικός διχασμός, Μικρασιατική καταστροφή, προσφυγικό πρόβλημα), αρκετοί νέοι των Χανίων, που αργότερα εξελίχθηκαν σε σημαντικές προσωπικότητες της πνευματικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής, όπως ο Μανώλης Κριαράς, ο Στέλιος Καψωμένος, ο Βαγγέλης Κτιστάκης, ο Πάνος Κορνάρος, ο Νίκος Τωμαδάκης, ο Γιώργος Σπυριδάκης, ο Μανώλης Σκουλούδης, ο Μιχάλης Ράπτης (Pablo) κ.ά. αντιδρώντας στο πνευματικό τέλμα της εποχής συγκροτούν ομάδες και ιδρύουν συλλόγους όπως τον «Κρητικό Φιλολογικό Σύλλογο» και τον «Σύνδεσμο των Καλών Τεχνών εν Κρήτη» και εκδίδουν φιλολογικά περιοδικά όπως τις «Λογοτεχνικές Σελίδες», τον «Αυγερινό» και τον «Ερωτόκριτο». Οι πνευματικές αναζητήσεις, οι φιλολογικές και κοινωνικές συζητήσεις, οι ομιλίες, οι δράσεις αυτές των νέων, ασφαλώς επηρέασαν το αγροτόπαιδο από το Πολεμάρχι.







Φοιτητικά χρόνια


Τον Ιούνιο του 1925 αποφοιτά αριστούχος από το Γυμνάσιο με βαθμό «πάνυ καλώς 9» και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους εγγράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εκεί ξανασυναντά τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερο συμμαθητή του στο Γυμνάσιο Μανώλη Κριαρά, ο οποίος τον βοηθά το 1928 με σημειώσεις στα λατινικά (λεξιλόγιο) και στην «εισαγωγήν εις την φιλοσοφίαν». Επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα τετράδια του συμφοιτητή του Κλ. Μπλαζουδάκη με σημειώσεις από παραδόσεις των καθηγητών Κεραμόπουλου στο μάθημα «Πολιτεία Λακεδαιμονίων» και Εμμ. Πεζόπουλου στο μάθημα του θεάτρου στο πρώτο και δεύτερο έτος 1926 και 1927. Το 1927 ιδρύεται ο «Σύλλογος Κρητών Φοιτητών και Σπουδαστών» που ξεκινά τη λειτουργία του μετά την έγκριση του καταστατικού του στις 20-11-1927. Ο Κοντουδάκης από την πρώτη στιγμή γίνεται μέλος του. Στα πρώτα πανεπιστημιακά του χρόνια ακολουθεί το κυρίαρχο ρεύμα των Κρητών φοιτητών που ήταν ο «βενιζελισμός». Όμως στα χρόνια εκείνα, τέλη της δεκαετίας του 1920 με αρχές του 1930, ειδικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών οι φοιτητές ριζοσπαστικοποιούνται, γίνονται αλεπάλληλες αγωνιστικές κινητοποιήσεις και συνεχείς ιδεολογικές ζυμώσεις και έτσι «[…] δέχεται τα πρώτα ερεθίσματα και προσχωρεί στο προοδευτικό κίνημα […]». Δεν γνωρίζουμε πότε αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο διότι τα αρχεία του Πανεπιστημίου από το 1932 έως το 1938 δεν υπάρχουν. Φαίνεται πως μετά το πτυχίο του επέστρεψε στο χωριό του και ασχολήθηκε με την περιουσία της οικογένειας.







Εργασία στην εκπαίδευση


 Με το πτυχίο της Φιλολογίας δεν διορίστηκε ποτέ να διδάξει σε δημόσιο γυμνάσιο, λόγω των προοδευτικών του αντιλήψεων. Στρέφεται προς την ιδιωτική εκπαίδευση και υποβάλει τα χαρτιά του για διορισμό σε ιδιωτικό σχολείο. Με βάση τα έγγραφα, το 1938 διορίζεται αρχικά από 1ης Οκτωβρίου έως 30 Σεπτεμβρίου 1939, στο Τραμπάντζειο γυμνάσιο στη Σιάτιστα Κοζάνης για να διδάξει ελληνικά στις Α΄ και Β΄ τάξεις και Γεωγραφία στη Β΄ τάξη οχταταξίου γυμνασίου για 23 ώρες με μηνιαίο μισθό 2300 δραχμές.

Το σχολικό έτος 1939-40 αποσπάται εις την «Γαλλικήν Σχολήν των αδελφών του Τάγματος του Αγίου Ιωσήφ της Εμφανίσεως»1 της Χαλέπας και εργάζεται ως καθηγητής των φιλολογικών μέχρι την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Στις 4 Οκτωβρίου 1941 η δωσιλογική κυβέρνηση Τσολάκογλου με υπουργό παιδείας τον Λογοθετόπουλο μέσα στη μαύρη κατοχή την ώρα που είχε ξεκινήσει η αντίσταση κατά των κατακτητών, και τα σχολεία ήταν κλειστά, καλεί τον Κοντουδάκη με ένα κατάπτυστο έγγραφο εντός 20 ημερών να μεταβεί στο Γυμνάσιο της Σιάτιστας και ν’ αναλάβει τα καθήκοντά του αφού πρώτα ορκιστεί ενώπιον του προϊσταμένου. Πρέπει δε να έχει φέρει «πιστοποιητικόν σχολιάτρου εμφαίνον ότι κέκτησθε υγείαν και αρτιμέλειαν συμβιβαζομένην με το έργον του εκπαιδευτικού λειτουργού […]». Βέβαια ο πολεμιστής της Μάχης της Κρήτης δεν απαντά. Ο κολαούζος επιθεωρητής κάνει αναφορά και το Δεκέμβρη ο Γεν. Διευθυντής του υπουργείου τον καλεί2 να διατάξει τον Κοντουδάκη όπως και άλλους καθηγητές «το ταχύτερον να αναχωρήσουν δια τας θέσεις των». Και πάλι ο Κοντουδάκης που στο μεταξύ έχει με σοβαρότερα πράγματα ν’ ασχοληθεί, τους αγνοεί. Τον Φλεβάρη του 1942, η προδοτική δωσιλογική κυβέρνηση τον αποσπά στο γυμνάσιο Καστελίου Κισάμου και τον καλεί με θρασύτητα να ορκιστεί ενώπιον του γυμνασιάρχη και ν’ αναλάβει καθήκοντα «ιδίαις δαπάναις μέχρι τέλους του σχολικού έτους 1941 -1942 »! Εδώ τελειώνει η περιπέτειά του με την εκπαίδευση.







1 Αρχείο Γιάν. Κοντουδάκη, Βασίλειον της Ελλάδος, Γεν. Επιθ/σις Ξένων και Μειον/κών σχολείων, Θεσ/νίκη 28-12-1939, αρ. πρωτ. 3379.


2 Αρχείο Γιάν. Κοντουδάκη, Ελληνική Πολιτεία, Γεν. Επιθ/ση Μέσης Εκπ/σης Η΄Εκπ/κής Περιφέρειας, έγγραφο Εν Χανίοις τη 27-12-1941, αρ. πρωτ. 2717.

Πόλεμος - Μάχη της Κρήτης

 Στις αρχές του 1941 «επιστρατεύτηκε (ως λοχίας εκπαιδευτής) στη Σχολή Αρμάτων Μάχης στην Αθήνα». Επειδή έφυγε χωρίς να το γνωρίζουν οι γονείς του και για να μην ανησυχούν έστειλε στις 21 Μαρτίου 1941 επιστολή στον πατέρα του στην οποία γράφει (1): «Αγαπητέ πατέρα έφυγα βιαστικά από τα Χανιά και δεν πρόλαβα ή καλύτερα δε θέλησα να σκεφθώ πως έπρεπε να ’ρθω να σας αποχαιρετήσω. Πίστευα πως κάνω ένα ταξίδι, ένα περίπατο πέστε αναψυχής και αλήθεια είχα κουραστεί στα Χανιά λόγω και δε θα μπορούσα να ησυχάσω ποτέ με τη βιάση και την ένταση που προκαλούσε ο πόλεμος. Ήρθα με καλή συντροφιά στην Αθήνα και πήγα στη Σχολή αρμάτων μάχης για μήνες ή για μέρες; Δε μπορεί να ξέρει κανείς πόσο θα κρατήσει η εκπαίδευση μου εκεί. Πάντως τον πόλεμο δεν τον καταλαβαίνουμε εδώ στην Αθήνα. Όλα σαν και πρώτα και ζωηρότερα φαίνονται […]». «Από κει, μετά την κατάρρευση του μετώπου (6/4/41) θα δραπετεύσει με άλλους Κρητικούς φαντάρους, για να πάρει μέρος στη μάχη της Κρήτης» (2).

Ο Κοντουδάκης παίρνει ενεργά μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Για τη συμμετοχή του γράφει (3): « […] Στις 15 του Μάη, ύστερα από σχετική διαταγή, παρουσιάστηκα στο Καστέλλι, σ’ ένα τάγμα νεοσυλλέκτων, σαν λοχίας εκπαιδευτής. Το τάγμα είχε δύναμη 800 νεοσύλλεχτους Μακεδόνες, Ρουμελιώτες, Ηρακλειώτες κ.ά. με 600 όπλα στάγιερ και 7 φυσίγγια για κάθε όπλο, αξιωματικούς λίγους έφεδρους και υπαξιωματικούς ελάχιστους. Είχε και δύο Άγγλους στρατιωτικούς. Συνδέσμους τους λέγανε. Σύμμαχοι ήμαστε. Ανάλαβα επιλοχίας και λοχίας σιτιστής στο λόχο μηχανημάτων – χωρίς μηχανήματα – όπως λεγότανε μία μονάδα, με διοικητή το λοχαγό Εμιρζά, ένα μικρόσωμο παλικάρι - πατριώτη που τραυματίστηκε ύστερα στην πρώτη μάχη. Πρόγραμμα, εκπαίδευση, απασχόληση, προοπτική; Τίποτε τις πέντε μέρες που πέρασαν ώσπου να ΄ρθει η μεγάλη μέρα της 20 του Μάη. […] Την Τρίτη – 20 του Μάη – το πρωί παρουσιάζονται τα γερμανικά αεροπλάνα και πολυβολούν κάμποση ώρα καταιγιστικά την κωμόπολη και την περιοχή και σε λίγο παρουσιάζονται τα μεταγωγικά, οι «γουρούνες» όπως τις ονόμασε ο λαός. Ο λοχαγός γράφει αστραπιαία ένα χαρτί - αναφορά και μου το δίνει να το παραδώσω «επειγόντως» στο διοικητή του τάγματος. Ήταν συνταγματάρχης. […] Τ’ αεροπλάνα συνεχίζουν να πολυβολούν και οι «γουρούνες» να στριφογυρίζουν πάνω από τον ουρανό του Καστελλιού, ανιχνεύοντας για ν’ αφήσουν το φορτίο τους […] Έχει αρχίσει και συνεχίζεται η πτώση των αλεξιπτωτιστών και η ρίψη των εφοδίων τους κι εγώ έχω παραδώσει την αναφορά στο τάγμα και γυρίζω στο Γυμνάσιο. Οι στρατιώτες που έχουν ακροβολιστεί στ’ ανατολικά της κωμόπολης και άλλοι από άλλα σημεία και τα πολυβόλα από τον Παρθενώνα έχουν μπει στην μάχη. Τότε βλέπω να συντελείται αυτό που θαύμασε και χειροκρότησε η ανθρωπότητα. Τους πολίτες του Καστελλιού άφοβους κι αποφασισμένους να μας ζητούν όπλα, για να πολεμήσουν στην παράξενη μάχη. Μα που να βρεθούν όπλα, αφού δεν είχαν ούτε οι στρατιώτες; Κι έτρεξαν κι άοπλοι στη μάχη γιατί εκτελούσαν μια επιταγή της παράδοσης σ’ ανάλογες περιστάσεις της επαναστατημένης Κρήτης “… απού ΄χει άρματα ας βαστά κι απού δεν έχει ας βρίσκει …” για να πάρουν από ζωντανούς εχθρούς ή όποιους σκοτωμένους και να κάνουν αυτό που θεωρούσαν χρέος στην πατρίδα. Η μάχη έχει ανάψει και τραβώ τον ανήφορο για τα πολυβολεία στον Παρθενώνα. Συναντώ στην πλαγιά τον πρώτο φαντάρο νεκρό και δίπλα του το σακίδιό του έγραφε: Σωτηρόπουλος Αγρίνιο. Άοπλος τραβούσε για τα πολυβολεία, ακάλυπτος στην εκτεθειμένη στον εχθρό πλαγιά. Ο εχθρός χτυπιέται και καθηλώνεται εκτεθειμένος στον ακάλυπτο χώρο. Τα πολυβόλα ήταν ο μεγάλος συντελεστής της νίκης στη μάχη αυτή που κράτησε ως τις 4 τ’ απόγευμα για να γίνει και η εκκαθάριση του πεδίου. Δεν ήταν πολλές οι δυνάμεις των Γερμανών αλεξιπτωτιστών. Γύρω στους 80 υπολογίστηκαν. Οι 50, νεκροί, τραυματίες και αιχμάλωτοι. Οι υπόλοιποι διέφυγαν προς τ’ ανατολικά, στο Δραπανιά, γιατί δεν ήταν κλοιός. Μερικοί και κολυμπώντας από τη θάλασσα. […] Ο γιατρός Λυγιδάκης πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες αυτές τις ώρες. Η συμπεριφορά μας άψογη. Οι δικές μας απώλειες σ’ αυτή τη μάχη ήταν 5 στρατιώτες νεκροί και ο ανθυπολοχαγός Μικάρδος από το Ρέθυμνο, και 4 πολίτες στην πρώτη γραμμή. Οι αιχμάλωτοι κλείστηκαν σε πρόχειρο κρατητήριο». Για τις επόμενες μέρες αναφέρει: «[…] Την Τετάρτη οι πολίτες φεύγουν, αδειάζουν το Καστέλι κι εμείς έχομε χάσει κάθε επαφή με τις εξελίξεις. […] Το Σάββατο ήταν η μέρα της δεύτερης μάχης στο Καστέλι. Οι Γερμανοί […] το Σάββατο πρωί ύστερ’ από τρίωρο βομβαρδισμό και πολυβολισμό, εξαπολύουν μίαν ισχυρότατη επίθεση. Με τον τρίωρο τρομοκρατικό βομβαρδισμό οι κρατούμενοι αιχμάλωτοι Γερμανοί βρήκαν ευκαιρία κι έφυγαν και τράβηξαν προς την παραλία. Ξάπλωσαν στην αμμουδιά σχηματίζοντας με τα σώματά τους το σήμα της σβάστικας για να προστατευτούν από τις σφαίρες και τις βόμβες των συναδέλφων τους. Η αντίστασή μας έγινε με τα λάφυρα που πήραμε από τη νίκη της Τρίτης, λίγα όπλα, λίγα φυσίγγια κι ένα αντιτανκικό πυροβολάκι με 6 φυσίγγια. Πόσο μπορούσαμε να κρατήσουμε; Η μια ώρα ήταν πολλή».

Και καταλήγει: « Διαλύθηκε το τάγμα κι ένα τμήμα συνταγμένο από 150 άνδρες περίπου, με τους έφεδρους λοχαγούς Μαρεντάκη από το Βάμο Αποκορώνου και Μυγιάκη από το Ηράκλειο, καθηγητή, τραβήξαμε νότια κι ανατολικά για Συρικάρι – Σάσαλο – Παλιά Ρούματα – Σέμπρωνα».


1 Αρχείο Γιάν. Κοντουδάκη, Επιστολή στον πατέρα του, 21-3-1941.


2 Εφημ. “Αλήθεια”, ό. π.


3 Κώστας Ν. Χατζηπατέρας – Μαρία Σ. Φαφαλιού, Μαρτυρίες - Κρήτη 1941, Μαρτυρίες Γιάννη Κοντουδάκη, σελ. 126 και 307, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1993.


Κατοχή, Αντίσταση, ΕΑΜ – ΕΠΟΝ – ΑΚΕ

Μετά το τέλος της Μάχης της Κρήτης και την κατάληψη του νησιού από τους Ναζί η ομάδα των εννιά εξόριστων κομμουνιστών από τη Φολέγανδρο, την Νίσυρο και την Κίμωλο, που πολέμησαν ηρωικά στη μάχη, συνεδρίασε κι αποφάσισε μαζί με τους εξόριστους από τη Γαύδο, την ίδρυση στην Κρήτη αντιστασιακής οργάνωσης με το όνομα Παγκρήτιο Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ) το οποίο όταν ιδρύθηκε το ΕΑΜ (27 Σεπτεμβρίου 1941) προσχώρησε σ’ αυτό. Ο Κοντουδάκης από την πρώτη στιγμή, εντάχθηκε στην οργανωμένη αντίσταση κατά των Γερμανών, και αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις μέσα από το ΕΑΜ. Η δράση του ήταν κυρίως στο χωριό του και στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Κισάμου. Εκλέγεται πολιτικός υπεύθυνος του ΕΑΜικού Γραφείου Ανατολικής Κισάμου.

Τα δύο πρώτα χρόνια της μαύρης κατοχής και σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας, έπρεπε ν’ αντιμετωπιστούν η αιματηρή τρομοκρατία των χιτλερικών και το πνεύμα της ηττοπάθειας και της υποταγής στον κατακτητή καθώς και το μεγάλο πρόβλημα της πείνας με την εξασφάλιση των ελάχιστων και πιο στοιχειωδών αγαθών διατροφής απαραίτητων για φυσική επιβίωση δηλ. το πρόβλημα του επισιτισμού.


Στα τέλη του φθινοπώρου του 1941 στη Νέα Χώρα των Χανίων, στο σπίτι του Παύλου Μιχελιουδάκη ιδρύεται η Παγκρήτια Οργάνωση Ελεύθερων Νέων (ΠΟΕΝ) η οποία το Φλεβάρη του 1943 με την ίδρυση της ΕΠΟΝ προσχώρησε σε αυτήν. Ο Κοντουδάκης ως καθηγητής εντάσσεται σ’ αυτήν και βοηθά σημαντικά για την ανάπτυξη της ΕΠΟΝ πράγμα που γίνεται ταχύτατα. Η ανταπόκριση της νεολαίας στο κάλεσμα της ΕΠΟΝ είναι εντυπωσιακή. Σε όλα σχεδόν τα χωριά στήνονται οργανώσεις της ΕΠΟΝ. Αυτό συμβαίνει και στο Πολεμάρχι.

Μια έκθεση που υπάρχει στο αρχείο του Κοντουδάκη μας δίνει ανάγλυφη την εικόνα της νεολαίας, της υγείας και της εκπαίδευσης του χωριού. Σύμφωνα με αυτήν1, ο πληθυσμός του χωριού είναι 365 κάτοικοι. Από αυτούς νέοι 16-23 ετών, 51 (32 αγόρια, 19 κορίτσια) ήταν επονίτες οι 38 (28 αγόρια, 10 κορίτσια). Νέοι από 8-15: 49. 28 αγόρια και 21 κορίτσια. Αετόπουλα ανοργάνωτα: 0. Όσον αφορά το επάγγελμα και την ειδίκευση των νέων η εικόνα είναι η εξής: Αγόρια: αγρότες 22, ξυλουργοί 2, υποδηματοποιοί 1, ανάπηρος 1, μαθητής 1. Κορίτσια: ράφτρες 2, οικιακά 8. Οργανωμένη αντίδραση: 0 Ζωή Νεολαίας: Παιδιά ξυπόλητα από 8-15 χρονών: 28, Από 16-23: 4. Σπίτια κατεστραμένα: 2, ημικατεστραμένα: 6, άστεγες οικογένειες: 4

Υγεία: άρρωστοι από 16-23: 4, από βροχικά: 1, από γρίπη: 1, νευροψυχικά: 2, 8-15: 0 Μόρφωση: λειτουργεί δημοτικό σχολείο με 1 δάσκαλο και 6 τάξεις ως τώρα και πριν τον πόλεμο. Πριν τον πόλεμο φοιτούσαν 40 μαθητές και τώρα 43. Κάνουν 34 ώρες μάθημα τη βδομάδα. Το σχολείο δεν έχει καθόλου όργανα διδασκαλίας και χάρτες, κανείς μαθητής δεν έχει τα μαθητικά είδη που χρειάζεται. Λειτουργούν 3 συνεταιρισμοί, παιδιά θύματα πολέμου 5, χαρτοπαίκτης 1. Ζημιές του σχολείου: 7 τζαμιλίκια και η κυρία είσοδος τελείως κατεστραμμένα και 2 θύρες αποχωρητηρίων και 2 εσώθυρες μισοκατεστραμμένες.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρόγραμμα της Συνέλευσης των στελεχών της ΕΠΟΝ του τομέα Ανατ. Κισάμου. Εκτός από τις εισηγήσεις και τις εκθέσεις δράσης, απαγγέλονται ποιήματα, τραγουδιούνται πατριωτικά τραγούδια από χορωδία κ.ά. Η πολύπλευρη δράση της ΕΠΟΝ συνεχίζεται αδιάκοπα και ακούραστα και μετά την απελευθέρωση και σ’ αυτό η συμβολή του Κοντουδάκη είναι καθοριστική.

Το 1945 είναι Γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής Ανατολικής Κισάμου του ΕΑΜ με 32 χωριά στον Τομέα ευθύνης του. Τα χωριά αυτά είναι: Αφράτα, Ροδωπού, Καμάρα, Μελισουργός, Ραβδούχα, Νοχιά, Καρθιανά, Βασιλόπουλο, Επισκοπή, Άστρικας, Κρύα Βρύση, Αγ. Αντώνης, Δελιανά, Πανέθυμος, Παλιά Ρούματα, Κακόπετρος, Καλάμι, Φωτακάδω, Ανώσκελη, Γλώσσα, Βουκολιές, Πολεμάρχι, Μούλετε, Ταυρωνίτης, Καμισιανά, Σπηλιά, Δρακώνα, Βούβες, Νιο Χωριό, Νεριανά, Συρίλι, Πασσαλιανά. Είναι, επίσης, Τομεάρχης στην ίδια περιοχή και αντιπρόσωπος της Νομαρχιακής Επιτροπής του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (ΑΚΕ) που εδρεύει στα Χανιά. Οι μετακινήσεις τότε ήταν πάρα πολύ δύσκολες και ο συντονισμός γίνεται με σημειώματα, όμως οι δράσεις είναι πολυποίκιλες και η δουλειά που παράγεται αποτελεσματική.

Τα πάντα στον αγώνα για μια ελεύθερη πατρίδα και μ’ ένα όραμα για έναν καλύτερο κόσμο. Για παράδειγμα:

α) Συγκέντρωση του ΕΑΜ στο Πολεμάρχι και συζήτηση για τη γραμμή του ΕΑΜ, για την πολιτική κατάσταση κτλ.

β) Άλλη συγκέντρωση του ΕΑΜ γίνεται στο Φωτακάδω και οι συμμετέχοντες θα πρέπει να έχουν απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα: 1. Πόσα είναι τα οργανωμένα μέλη του ΕΑΜ. 2. Πόσα εργάζονται στην Ε.τ.Α.; 3. Πόσα εργάζονται στην Αλληλεγγύη; 4. Πόσα εργάζονται στη διαφώτιση; 5. Ποια η οργανωμένη δύναμη της ΕΟΚ; 6. Ποια η οργανωμένη δύναμη της ΕΠΟΝ; 7. Πόσες γυναίκες έχουμε διανοούμενες; 8. Πόσες ανοργάνωτες;

γ) Στο αρχείο του Κοντουδάκη υπάρχει το παρακάτω σημείωμα: «Παλιά Ρούματα 14-11-1944: Συναγωνιστή Γιάννη, Με το συναγωνιστή Δημ. Βακάκη ωρίσαμε εδώ στα Ρούματα την ερχόμενην Κυριακήν 19 Νοεμβρίου Γενικήν Αχτιδικήν συνέλευση. Σου στέλνω προσκλήσεις για τα διάφορα γραφεία της περιφέρειας σου. Απαραιτήτως πρέπει εκείνη την ημέρα να έλθης στην συνεδρίαση σαν μέλος της Αχτιδικής Επιτροπής Παλιών Ρουμάτων. Ορίσαμε τη συνεδρίαση εδώ γιατί είναι το μόνο χωριό της αχτίδας μας που είναι [λεύ]τερο. Θα συζητήσωμε το ζήτημα της επιμελητείας και της μεταφοράς των τροφίμων στο τάγμα. Απ’ εδώ περνούν όλα τα τρόφιμα του τάγματος και έχωμε πελαγώσει. Επίσης το ζήτημα της διαφωνίας των μελών και συντονισμού της εργασίας στην οργάνωση. Θα σε περιμένομε με συντροφικούς χαιρετισμούς, Γιώργης». 

δ) 19 Νοεμβρίου 1944. Καλείται Αχτιδική Συνέλευση περιφ. ΕΑΜ Παλαιών Ρουμάτων στα Π.Ρ. στις 2 μ.μ. για να συζητήσουν την κατάσταση των ΕΑΜικών μελών της περιφέρειας, την κατάσταση των παρεχομένων τροφίμων στην Επιμελητεία του Αντάρτη και την κατάσταση στα ιταλικά ζώα.

ε) Μετά τη μάχη της Παναγιάς που έγινε από τις 12 ως τις 14 Νοεμβρίου 1944 και ήταν μια από τις μεγαλύτερες μάχες που έδωσαν οργανωμένες ομάδες Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη, το ΕΑΜ στις 21-11-1944 έστειλε στο ΕΑΜικό γραφείο του Δ΄ τμήματος Ανατολικής Κισάμου την απόφαση του, της 19-11-44 η οποία έλεγε: «Συναγωνιστές, από πληροφορίες που έχομε και οι 2 οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΟΚ ο εχθρός εξορμά στην επαρχία μας απόψε με σκοπό να τρομοκρατήσει το λαό, να επιτάξει ζώα και αν έρθει για να πάρει ξανά στα χέρια του το λιμάνι του Καστελιού. Εμπρός λοιπόν μαχητές γενναίοι όλες οι δυνάμεις στην πρώτη γραμμή κανένας να μη μείνη αμέτοχος. Το 14ο Σύνταγμα (του ΕΛΑΣ) είναι στο πλευρό μας. Απόφαση της κοινής τοποθέτησης πάρθηκε με απόφαση συνάδελφου ΕΟΚ. Το τμήμα εννέα χωριών θα συγκεντρωθή κτλ. Το τμήμα Παλιά Ρούματα – Δραπανιά θα συγκεντρωθή στη τοποθεσία Καφύλια. Οι σύνδεσμοι θα λειτουργήσουν αυτόματα. Μόλις οι δυνάμεις φθάσουν στις θέσεις των θα συνδεθούν μεταξύ τους».

στ) Στις 1 Απριλίου 1945 γίνεται στο Καστέλι Ολομέλεια στελεχών της Επαρχιακής Επιτροπής Κισάμου του ΕΑΜ.

ζ) Στις 17 Ιουνίου 1945 στη Σπηλιά Κισάμου ο Ερασιτεχνικός Θεατρικός Όμιλος Παλαιών Ρουμάτων (Ε.Θ.Ο.Ρ.) έδωσε θεατρική παράσταση με την κωμωδία του Μολιέρου «Γιατρός με το στανιό» με σκοπό την ενίσχυση της βιβλιοθήκης Παλαιών Ρουμάτων.

Στις 21 Ιουνίου 1945 ο Κοντουδάκης καλείται από το μέλος του πολιτικού γραφείου του ΑΚΕ Γιώργο Θανασέκο στο καφενείο της δημοτικής αγοράς Χανίων και συναντάται μαζί του για να συζητήσουν «πάνω στα αγροτικά προβλήματα της περιφέρειας και στον τρόπο αντιμετώπισης των». Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι τότε, με απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ τα αγροτικά του στελέχη εντάχθηκαν στο ΑΚΕ, απόφαση που αργότερα κρίθηκε λαθεμένη.

Από τις οργανώσεις του ΕΑΜ καταγράφεται με ακρίβεια η ανθρωπογεωγραφία και η κατάσταση της περιοχής η οποία αποτυπώνεται σε πίνακες. Έτσι μαθαίνουμε ότι στην περιοχή των Καμισιανών (17-3-1945), έχουμε 6 καταστραφέντα σπίτια, 9 φονευθέντες, ότι πριν την κατοχή υπήρχαν 100 μεγάλα και 210 μικρά ζώα, ότι την περίοδο εκείνη υπήρχαν 69 μεγάλα και 320 μικρά ζώα.

Με το τέλος της γερμανικής κατοχής η βαθιά ανακούφιση και η ελπίδα αποτυπώνεται στο σημείωμα από το αρχείο του Κοντουδάκη: «Νέες μέρες ξημερώνουν για το χωριό μας. Τις μέρες αυτές που στο δύστυχο και μαρτυρικό αυτό τόπο αρχίζει μια νέα ζωή, και ο λαός μας χαίρεται τη λευτεριά του και την ευτυχία του που χρόνια νειρευότανε, καθένας μας. […] Χρειάζονται αλήθεια μεγάλες προσπάθειες, για να παραμερίσωμε τον παλιό άνθρωπο, τον χθεσινό εαυτό μας, που η έλλειψη κοινωνικής αγωγής και πολιτικής μόρφωσης και η παραφροσύνη του παγκόσμιου πολέμου, τον έκαμαν κτήνος και που βρέθηκε σκοτωμένη η λίγη συνείδηση που είχε για την αξία της ζωής και τον σεβασμό στην εργασία».




1 Αρχείο Γιάν. Κοντουδάκη, Έκθεση οργάνωσης ΕΑΜ Πολεμαρχίου.

Μεταπολεμική περίοδος – Εμφύλιος – Φυλακές – Εξορίες – Δράση με την ΕΔΑ


Όλο το διάστημα της μετακατοχικής περιόδου μέχρι τις αρχές του 1947 από το ΕΑΜ ακολουθείται η πολιτική της ομαλής μετάβασης. Τον Ιούλη του 1945 αμέσως μετά την απελευθέρωση των Χανίων από τους Γερμανούς ο Κοντουδάκης συνεχίζει τον αγώνα για την εκπλήρωση των οραμάτων του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ. Στις 7-8 Οκτωβρίου 1945 συγκαλείται η 1η Συνδιάσκεψη της ΕΠΟΝ νομού Χανίων στο κέντρο «Παλλάς» στο Κουμ-Καπί στα Χανιά. Ο Κοντουδάκης και άλλοι αντιπρόσωποι από την ανατολική Κίσαμο δυσκολεύονται να πάνε και ειδοποιούνται άμεσα διότι η παρουσία τους θεωρείται απαραίτητη. Τελικά τα καταφέρνουν.


Δραστηριοποιείται με τους συντρόφους του και τους χωριανούς του στον Ελαιουργικό Συνεταιρισμό Πολεμαρχίου και Περιχώρων, στον οποίο προπολεμικά (1939) ο πατέρας του ήταν πρόεδρος και παίζει πρωτοπόρο ρόλο. Βαθύς γνώστης των αγροτικών θεμάτων, φαίνεται από την εισήγηση που κάνει σε σύσκεψη των αντιπροσώπων συνεταιρισμών Ανατολικής Κισάμου. Αφού αναλύει την υφιστάμενη οικονομική κατάσταση και εξηγεί τον προορισμό των αγροτικών συνεταιρισμών, μιλά αναλυτικά για τα θέματα της φορολογίας του κρασιού και του λαδιού.

Όλο αυτό το διάστημα και με κάθε ευκαιρία επιχειρείται με την καθοδήγηση των Άγγλων (πρακτόρων, Τζων κ.ά.) η δρομολόγηση προσπαθειών κι εκπόνηση σατανικού σχεδίου για την καλύτερη συγκρότηση της εθνικόφρονος πλευράς ώστε οι ΕΑΜικές και ΕΠΟΝίτικες δυνάμεις βρίσκουν διαρκώς μπροστά τους εμπόδια στην ανάπτυξη της πολιτικής τους δράσης. Η τρομοκρατία και οι διώξεις έγιναν καθεστώς που ονομάστηκε «Λευκή Τρομοκρατία», απλώθηκε παντού και τα θύματα του ήταν χιλιάδες. Όλη η Ελλάδα είναι ένα καζάνι που βράζει. Ο Κοντουδάκης σταθερός στα ιδανικά και στον αγώνα, ενοχλεί. Ο 90χρονος σήμερα Γιώργης Χριστοδουλάκης γραμματέας τότε της ΕΠΟΝ Νέας Χώρας, στη μαρτυρία του για τον Κοντουδάκη, μας είπε ότι τον θυμάται το 1946 να παρευρίσκεται ως εκπρόσωπος του ΑΚΕ, σ’ ένα γλέντι που έκανε η ΕΠΟΝ στο Πανελλήνιο που ακούστηκαν κυρίως τραγούδια της αγροτιάς και ότι κατασυκοφαντήθηκε από την αντίδραση η οποία μέσω των «γυπαραίων» έσπερνε ψιθύρους ότι «έκανε υποχώρηση».

Στα Χανιά στις 19 Φλεβάρη 1946, εργάτες, αγρότες και επαγγελματοβιοτέχνες κατέβηκαν σε απεργία διεκδικώντας ζωτικά αιτήματα για την πόλη και την ύπαιθρο. Παρά τις λυσσασμένες προσπάθειες του Μαύρου Μετώπου «να σπείρει τον εμφύλιο και να ματοκυλίσει το λαό» πέτυχαν τη δικαίωση πολλών απ’ τα αιτήματα και την ανέστειλαν για να ματαιώσουν τα σχέδια του Μαύρου Μετώπου.

Στις 20-3-1946 αρχίζει νέα απεργία στα Χανιά. Επίσης πληροφορούμαστε ότι την Κυριακή 24 του Μάρτη θα έλθουν για πρώτη φορά να μιλήσουν στα Χανιά οι αρχηγοί του απελευθερωτικού αγώνα από την Κ.Ε. του ΕΑΜ οι Γαβριηλίδης, Σιάντος και Παρτσαλίδης.

Από τις 24-3-46 συζητιέται με σημειώματα η συνεδρίαση της τομεακής του ΕΑΜ στις Βουκολιές και ζητείται η έγκριση από το αστυνομικό τμήμα Βουκολιών η οποία δίνεται τον Αύγουστο και η συνεδρίαση γίνεται στις 25-8-1946.

Στις 31-3-1946 έγιναν εκλογές από τις οποίες το ΕΑΜ απείχε. Σε ένα μακροσκελές σημείωμα της 28-3-1946 αναλύονται τα επιχειρήματα και αναζητούνται τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος που προκύπτει.

Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας ιδρύεται πανελλαδικά η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (ΠΕΑΕΑ) 41-45. Στα Χανιά στις 7-8-1946 ιδρύεται το «Σωματείον ΕΛΑΣ» που είναι κομμάτι της ΠΕΑΕΑ. Φυσικά ο Κοντουδάκης είναι μέλος της.

Το ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ και η Ε.Α. μετά την απελευθέρωση και κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες στο πλαίσιο του οξύτατου προβλήματος επιβίωσης ιδιαίτερα των παιδιών δημιούργησαν το 1946 Παιδικές εξοχές στα Παλιά Ρούματα. Στις 7 Αυγούστου σε σημείωμα που στέλνει στον Κοντουδάκη ο συναγωνιστής του Μαλανδράκης του λέει: «Αγαπητέ μου Γιάννη, σου γράφω βιαστικά. Ήλθαν εδώ για παιδική εξοχή 50 παιδιά της Εθνικής Αλληλεγγύης. Σε παρακαλώ φρόντισε να μαζευτή μια ποσότης σταφίδα για τα παιδιά. Τα δίνετε στον Μιχάλη Δημητριάδη. Επίσης κάνετε μια προσπάθεια στον Ταυρωνίτη για καρπούζια και τη Βλαχερωνίτισσα για ντομάτες. Ο Σταμάτης (Κουριδάκης) έγραψε σχετικά στη συναγωνίστρια Αθανασία Στεφανουδάκη, ο Μιχάλης θα σου επιστρέψει τις κόφες που θα στείλετε […]». Στις 12-8 ο ίδιος επανέρχεται με νέο σημείωμα στο οποίο γράφει: « […] Κρατιούνται εδώ οι παιδικές εξοχές ύστερα από συνεχή δουλειά της ΕΠΟΝ βέβαια αλλά και προσωπική δική μου. Θέλουν τόσα πολλά και τόση πολλή δουλειά που το βλέπει κανείς μόνο στην πράξη. Μεταφορές από τα σαμάρια μες στο σχολείο στο μύλο. Ζύμωμα, μαγείρεμα, υπηρεσία προμήθεια ορισμένων ειδών που δεν υπάρχουν εδώ. Το κρέας και τα αυγά, φρούτα και τόσα άλλα. Ότι μπορείς κάμε Γιάννη για φρούτα, ντομάτες, καρπούζια. Ιδιαίτερα, φρόντισε, Γιάννη για αυγά. Εξαντλήθηκαν και χρειάζονται 110 κάθε μέρα. Εάν μπορούν να μαζευτούν με έρανο τόσο το καλύτερο. Εάν δεν μπορεί να γίνει τότε στείλε σημείωμα να μαζευτούν απ’ αυτού αν υπάρχουν βέβαια με πληρωμή της Εθνικής Αλληλεγγύης. Παρακίνησε και τα γύρω χωριά να στείλουν τίποτα […]».

Στις 3 Φλεβάρη 1947 η ΕΠΟΝ Πολεμαρχίου τον καλεί να χαιρετίσει τα τέταρτα γενέθλιά της.

Στα Χανιά ο εμφύλιος ξεκινά στις 22 Απρίλη του 1947 με τη σύλληψη 12 στελεχών της Ν.Ε. του ΕΑΜ οι οποίοι «μεταφέρθηκαν με το βενζινόπλοιο «Άφοβος» στον Πειραιά κι από κει εκτοπίστηκαν σε νησιά του Αιγαίου».1 Ο Κοντουδάκης κυνηγημένος από το μεταδεκεμβριανό κράτος, φεύγει το 1947 για το βουνό προς την πλευρά των Παλιών Ρουμάτων, όμως πιάνεται και έχει την τύχη των προηγούμενων. Πρώτος τόπος εξορίας το κολαστήριο της Μακρονήσου, ο «Παρθενώνας του νέου ελληνισμού» κατά τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο ή το «αναρρωτήριο ψυχών» κατά τον Κων/νο Τσάτσο. Στις αρχές φθινοπώρου του ΄47, με την αμνηστία που έδωσε ο πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης, φαίνεται να ξαναγυρίζει στο χωριό του. Γίνεται προσπάθεια να παραπεμφθεί στο στρατοδικείο, όμως δεν μπορούν να βρουν επαρκή δικαιολογία για να το κάνουν.
Έτσι στις 24 του Μάρτη 1948 το αστυνομικό τμήμα Βουκολιών δίνει εντολή και από το φυλάκιο Κλαδισού συλλαμβάνεται και στις 29 Μαρτίου ο Ιωάννης Κοντουδάκης «ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ» αποστέλλεται «υπό συνοδείαν, μετά σχετικής δικογραφίας κατηγορουμένου επί παραβάσει του ψηφίσματος περί μέτρων τάξεως». Στη γελοία αυτή δικογραφία είναι χαραχτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από την κατάθεση ενός μάρτυρα: «Εις το χωριό μας έχωμεν ένα άτομον ονόματι Ιωάννης Κοντουδάκης. Έχει σπουδάσει καθηγητής αλλά δεν είναι διορισμένος. Από τον καιρό της κατοχής παρεκίνησε πολλούς εκ των κατοίκων του χωριού μας και έγιναν κομμουνιστές.
Έκανε 4 συνεδριάσεις και τους διοργάνωσε εις 4 κατηγορίες: ΕΑΜ, ΕΠΟΝ, ΚΚΕ, ΑΚΕ. Εις όλας αύτας τας κατηγορίας έκανε τον αρχηγό […]». Ο φάκελος του λίαν επικίνδυνου διά την δημόσια ασφάλεια Κοντουδάκη προωθείται και στις 22 Απριλίου αποφασίζεται η εκτόπιση του στην Ικαρία με την υπόμνηση ως «ύποπτου αποδράσεως».

Από τον κόκκινο βράχο, το 1950 μεταφέρεται στον Άη Στράτη στη Λήμνο. Εκεί περνά αρκετά χρόνια. Με συνεχείς παρατάσεις της εκτόπισής του, από την Πρωτοβάθμια επιτροπή δημόσιας ασφάλειας ν. Χανίων η οποία εξετάζοντας την εισήγηση της Διεύθυνσης Χωροφυλακής Χανίων για τους κρινόμενους εκτοπισμένους (Ανδρέα Τσατσαρωνάκη, Γιώργο Κουμανδράκη, Μανώλη Βλαχάκη, Κώστα Βουτετάκη και τον ίδιο), σημειώνεται: «[…] Επειδή εκ των προσκομισθέντων αυτή στοιχείων σαφώς και ανενδοιάστως προκύπτει ότι οι ανωτέρω αδειούχοι εκτοπισμένοι κομμουνισταί, επανελθόντες εκ του τόπου της εκτοπίσεως των, προσωρινής εμφανίσεως των, τη αδεία του Υπουργείου Εσωτερικών, όχι μόνον εξακολουθούσι να εμφορούνται υπό των αυτών αντικοινωνικών και αντεθνικών αντιλήψεων, αλλ’ ως απεδείχθη εκ της παρακολουθήσεως αυτών, ούτοι τυγχάνουσι αμετανόητοι και επικίνδυνοι κομμουνισταί εις την δημόσιαν και εθνικήν του κράτους ασφάλειαν. ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Γίνεται αποδεκτή η ως άνω πρότασις της Δ/σεως Χωρ/κής και διατάσσει την επί εν εισέτι έτος παράτασιν της ποινής εκτοπίσεως των αδειούχων εκτοπισμένων κομμουνιστών […] 4) Κοντουδάκη Ιωάννου του Χαραλάμπους της ποινής αρχομένης την 24-9-1957 και ληγούσης την 24-9-1958 […]». (σ.σ. Της παραπάνω τελευταίας παράτασης είχαν προηγηθεί αρκετές άλλες).














Το Νοέμβριο του 1952 παίρνει το βάπτισμα του πυρός ως υποψήφιος βουλευτής στα Χανιά με τον ανεξάρτητο συνδυασμό Δημοκρατική Συνεργασία στον οποίο συμμετείχε η ΕΔΑ και το Χριστιανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΧΡΙ.Σ.ΚΟ.) του Γεωργίου Καψωμένου. Συνεχίζει στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1956 και στις 11 Μαΐου 1958 εξελέγη βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια Χανίων με το ψηφοδέλτιο της ΕΔΑ όταν η ΕΔΑ εκλέχτηκε αξιωματική αντιπολίτευση με 79 βουλευτές.


Μαζί του εκλέχτηκε ο αείμνηστος γιατρός Κώστας Χιωτάκης.
Τα τριάμιση χρόνια κοινοβουλευτικής θητείας του Κοντουδάκη υπήρξαν γόνιμα. Μέσα στα πλαίσια των κοινοβουλετικών του καθηκόντων και ως αγρότης, με βάση τα στοιχεία που μπορέσαμε και συλλέξαμε, οι ομιλίες του στη βουλή αφορούσαν κυρίως θέματα αγροτικής πολιτικής (ελαιόδενδρα, λάδι, εσπεριδοειδή, περονόσπορος, σταφίδα, αίγαγρος, άμβυκες), θέματα υγείας, δήμων και κοινοτήτων, εμπορίου, απεργιών, αυτοκινήτων, πορθμείων, βουλευτών κ.ά. Επίσης δύο φορές ζητήθηκε η άρση της βουλευτικής του ασυλίας.
Στις 25 Ιουνίου 1960 μαζί με άλλους 6 βουλευτές της ΕΔΑ καταθέτει ερώτηση στη Βουλή για τους υπουργούς Εμπορίου και Γεωργίας που και σήμερα 56 χρόνια μετά, είναι επίκαιρη και στην οποία αναγράφεται: «Ενώ η φετεινή φρουτοπαραγωγή είναι πλουσία εις απόδοσιν και ευρίσκεται ήδη εις το κατακόρυφόν της, εν τούτοις τα φρούτα προσφέρονται εις την κατανάλωσιν πανάκριβα και απλησίαστα δια το πολύ κοινόν, τα λαϊκά στρώματα ιδίως. Τούτον οφείλεται εις την απληστίαν των μεσαζόντων μεγαλεμπόρων, οι οποίοι πραγματοποιούν ληστρικά κέρδη εις βάρος και της παραγωγής και της καταναλώσεως. Από την πρώτην αγοράζουν τα φρούτα εις εξευτελιστικάς τιμάς, ως τούτο διεπιστώθη εκ των προσφάτων καταγγελιών του τύπου, εις την δευτέραν δε πωλούν αυτά εις υπερβολικάς τιμάς. Ερωτώνται οι αρμόδιοι κ.κ. Υπουργοί: α) Διατί παραμένει αδιάφορος η κυβέρνησις ενώπιον της διπλής αυτής εκμεταλλεύσεως; β) Δεν νομίζουν ότι επιβάλλεται να επέμβουν αμέσως προς προστασίαν και των παραγωγών και των καταναλωτών δι’ επιβολής ελέγχου και κυρώσεων κατά των μετερχομένων την διπλήν αυτήν εκμετάλλευσιν μεσαζόντων μεγαλεμπόρων».

Συμμετέχει στις εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961 με το ψηφοδέλτιο του ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικόν Αγροτικόν Μέτωπον Ελλάδος) που αποτελείται από την ΕΔΑ και το ΕΑΚ (Εθνικό Αγροτικό Κόμμα). Συνυποψήφιοί του ήταν ο Μιλτιάδης Βαρδάκης, ο Σήφης Μαυρυγιαννάκης, ο Βαγγέλης Χατζηαγγελής και ο Κώστας Χιωτάκης. Τότε (29 Οκτωβρίου), οργανώθηκε από την ΕΡΕ, η τεράστια νοθεία των εκλογικών καταλόγων η οποία συνοδεύτηκε από την οργανωμένη τρομοκρατία των πολιτών. Στο ημερολόγιο βίας και τρομοκρατίας, τη ΜΑΥΡΗ ΒΙΒΛΟ, που εξέδωσε η ΕΔΑ2 αναφέρονται τα παρακάτω: «[…] ΧΑΝΙΑ 27 Σεπτεμβρίου (1961). Τα γραφεία της ΕΔΑ πολιορκούνται στενώς, και οι εξερχόμενοι πολίτες ελέγχονται, και οδηγούνται στο τμήμα. Ενδεικτικώς αναφέρονται οι Μιχελάκης, Κολοκοτρώνης και Δ. Γκατζόνης. Καθ’ οδόν ηρευνήθησαν βιαίως οι εξελθόντες από τα γραφεία, Κ. Χναράς και Κ. Δριμπουνάκης. Νυχθημερόν παρακολουθούνται τα στελεχη της ΕΔΑ, Μακρυγιαννάκης, Βαρδάκης, Κλεινόπουλος, Νταουντάκης, Γκατζούνης και άλλοι. Αθρόως προσκαλούνται στην Ασφάλεια, οι δημοκρατικοί πολίτες, και ερωτώνται τι θα ψηφίσουν. Μεταξύ των άλλων εκάλεσαν τον θείο του τ. βουλευτή Χιωτάκη, για άσκηση πιέσεως και τρομοκράτηση. (Τηλεγραφική καταγγελία των τ. βουλευτών Κ. Χιωτάκη και Ι. Κοντουδάκη).

ΧΑΝΙΑ 6 Οκτωβρίου. Οι τ. βουλευταί Χανίων κ.κ. Κ. Χιωτάκης και Ι. Κοντουδάκης διεμαρτυρήθησαν στην Κυβέρνησι για την «οξυνθείσα κατάστασι» στο νομό. Οι τέως βουλευταί καταγγέλουν ότι πολιορκούνται ασφυκτικώς τα γραφεία της ΕΔΑ και η οικία, και το ιατρείο του κ. Χιωτάκη, ενεργούνται δε πολυάριθμες σωματικές έρευνες επί πολιτών που οδηγούνται στα τμήματα. Οι υποψήφιοι βουλευταί παρακολουθούνται κατά πόδας, και καταστηματάρχαι και άλλοι πολίται υφίστανται κάθε είδους απειλές και πιέσεις.

ΧΑΝΙΑ 7 Οκτωβρίου. Οι υποψήφιοι βουλευταί κ.κ. Κ. Χιωτάκης και Ι. Κοντουδάκης, παρακολουθούνται κατά πόδας. (τηλεγραφική διαμαρτυρία των υποψηφίων προς την Κυβέρνησιν)

ΧΑΝΙΑ 10 Οκτωβρίου. Τους εισόδους τους πόλεως, όπου η Χωροφυλακή εγκατέστησε μπλόκα και ερευνά όλους τους εισερχόμενους αγρότες υπέστη έρευνα και ο υποψήφιος του ΠΑΜΕ, ιατρός κ. Μαυριγιαννάκης.

ΧΑΝΙΑ 17 Οκτωβρίου. Οι τ. βουλευταί και υποψήφιοι του ΠΑΜΕ κ.κ. Κ. Χιωτάκης, Ηλ. Μπρεδήμας και Ι. Κοντουδάκης με τηλεγράφημα τους διαμαρτύρονται για το τρομοκρατικό όργιο και τις αήθεις προκλήσεις των οργάνων Χωροφυλακής και τραμπούκων της ΕΡΕ εις τη διάρκεια της προεκλογικής συγκεντρώσεως που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη στα Χανιά. Τα γεγονότα αυτά διαδραματίστηκαν παρουσία του διοικητού Χωροφυλακής Χανίων. Η συγκέντρωσις η οποία είχε ορισθή να πραγματοποιηθή στον κινηματογράφο «Απόλλων», εματαιώθη λίγες ώρες προ της αφίξεως της αντιπροσωπείας του ΠΑΜΕ, λόγω πιέσεων που ησκήθησαν επί του ιδιοκτήτου να αθετήση τις υποχρεώσεις του.

ΧΑΝΙΑ 20 Οκτωβρίου. Παρεμποδίζεται η επικοινωνία των πολιτών με τους υποψηφίους του ΠΑΜΕ. (Καταγγελία των υποψηφίων, Χιωτακη, Κοντουδακη, Μπρεδημα)».

Συμμετέχει, επίσης, στις βουλευτικές εκλογές της 16 Φεβρουαρίου 1964 με την ΕΔΑ και συνυποψηφίους τους Βαρδή Βαρδινογιάννη, Σήφη Μαυριγιαννάκη, Παύλο Μιχελιουδάκη και Κώστα Χιωτάκη.




Το 1959, παντρεύεται τη Μαρία Βακάκη, από δημοκρατική οικογένεια η οποία θα σταθεί δίπλα του και θα παλέψει στα δύσκολα χρόνια των διωγμών και της εξορίας που έπονται, μεγαλώνοντας τα δυό παιδιά τους.

Από το 1964 ως το 1967 ήταν μέλος της επιτροπής σύνταξης στην εφημερίδα "Αλήθεια". Συνήθως έγραφε για αγροτικά και ιστορικά θέματα. Εντύπωση προκαλεί η προφητικότητα των άρθρων του για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΟΚ).

Στις 5 Ιουλίου 1964 συμμετέχει στις δημοτικές εκλογές με το ψηφοδέλτιο της «Δημοτικής Πρωτοπορείας» με υποψήφιο δήμαρχο τον Κώστα Χιωτάκη και εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος Χανίων, από το 1964 ως τη χούντα. Αποδεικνύεται καλός γνώστης των προβλημάτων της πόλης και του τόπου κατοικίας του της Νέας Χώρας. Το ίδιο διάστημα διετέλεσε και πρόεδρος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου Χανίων.







1 Λευτέρης Ι. Ηλιάκης, Ο Εμφύλιος πόλεμος στην Κρήτη, σελ. 36, Χανιά 2002.


2 ΜΑΥΡΗ ΒΙΒΛΟΣ, Το εκλογικό πραξικόπημα της 29ης Οκτωβρίου, Αθήναι 1962